top of page

 

Παραδοσιακά επαγγέλματα της Σκύρου

 

Στις μέρες μας τα παραδοσιακά επαγγέλματα κινδυνεύουν να εξαφανιστούν. Οι τελευταίοι τεχνίτες, που έχουν απομείνει, ομολογούν πως δεν μπορούν να ζήσουν στηριζόμενοι αποκλειστικά στην άσκησή τους. Επιπλέον δεν υπάρχουν μαθητές ώστε να μεταλαμπαδεύσουν τις επαγγελματικές τους εμπειρίες, παρόλο που σχεδόν όλοι είναι πρόθυμοι να διδάξουν χωρίς χρήματα.

Τα επαγγέλματα στη Σκύρο καθόριζαν τον χώρο που κατασκευαζόταν το προϊόν: στα Μαγαζιά (παλιότερα Πατητάδες λόγω της εκεί ύπαρξης ληνών-πατητηριών) βρίσκονταν οι αποθήκες των εμπόρων από όπου γινόταν η φόρτωση των προϊόντων που εξήγαγαν, σταριού, κριθαριού, χρωστικής ύλης (ριζάρι). Στον ίδιο χώρο βρίσκονταν τα εργαστήρια κεραμικής, τα τσ'καλαριά. Στο Μώλο είχαν το στέκι τους οι ψαράδες, οι καραβοκύρηδες, οι μυλωνάδες, οι πετράδες. Κατά μήκος του ποταμού Κηφισού εργάζονταν οι νερομυλωνάδες και οι περιβολάρηδες. Κοντά στην πηγή της Αναβάλσας βρίσκονταν τα ασβεστοκάμινα και κοντά ή μέσα στο Χωριό είχαν τα εργαστήριά τους οι μπογιατζήδες (έβαφαν τμήματα της φορεσιάς), οι φαναρτζήδες, οι σιδεράδες, οι κατασκευαστές καλαθιών, οι υφαντουργοί, οι υποδηματοποιοί… Η εξόρυξη των περίφημων χρωματιστών μαρμάρων και η συλλογή ρετσίνας έδιναν, κατά εποχές, δουλειά σ’ αυτούς που δεν είχαν κτήματα και δούλευαν ως μεροκαματιάρηδες.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μάθε τέχνη...

γεωργός

 κτηνοτρόφος

 παραδοσιακό αλώνισμα

Μυλωνάς

«Ο ανεμόμυλος ήταν πολύ πιο γρήγορος από το νερόμυλο και άλεθε 70ως 100 οκάδες την ώρα. Η πληρωμή ήταν η ίδια (με εκείνη στο νερόμυλο)…  Όλο το νησί είχε μόνο ένα κάρο που το έφεραν απ’ έξω. Το στάρι το έφερναν ή το έπαιρναν με τσουβάλια και πήγαιναν με ζώα. Εγώ, ο μυλωνάς, κράταγα το καντάρι μου (το μερίδιό μου)».

Κ. Ευγενικός, 1982

 

Δαμαστής (εξημερωτής) σκυριανού αλόγου

«Εδώ στη Σκύρο υπάρχουνε κάτι αλογάκια που δεν υπάρχουν πουθενά αλλού, μονάχα εδώ και στην Αγγλία, λένε. Αυτά ζούσαν άγρια στα δάση της Σκύρου και το χειμώνα πολλά ψόφαγαν από την πείνα. Τον Μάρτη όμως και τον Απρίλη, που το χορτάρι αρχίζει να βγαίνει, ξαναζωντανεύουν κι έπαιρναν δύναμη…».

Δημήτρης Τριανταφύλλου, 1974

Ψαράς

«Παντού με τα κουπιά, μέχρι τη Θάσο πήγα με κουπί, πολύς κόπος τότε...

…Με τα κουπιά πηγαίναμε και μέχρι τη Χαλκιδική…. Παλιά υπήρχαν μόνο καμιά δεκαριά ψαράδες στο νησί, γιατί τότε δεν πουλιόταν το είδος και δεν είχε και συγκοινωνία για αλλού. Οι αστακοί ήταν τότε μέχρι έξω. Με τα πυροφάνια ψαρεύαμε οτιδήποτε, γιατί τα σταματούσε όλα το πυροφάνι και μετά τα πιάναμε με το καμάκι…».

Γιώργος Παπαστάθης, 1982

Γεωργός

«Το πρωί που θα πάμε να σπείρουμε, θα κάνουμε το σταυρό μας: «Έλα Παναγία μου» και το βράδυ που θα πέσεις το ίδιο. Κάναμε δηλαδή. Τώρα (1974) ποιος ξέρει οι νέοι τι κάνουνε. Εγώ δε βλέπω να κάνουνε τον σταυρό τους… Κάνουμε το ποδαρικό στην σπορά: «Τι έκαμες, το έριξες το ρόδι;», φώναζε ο άλλος… Πάνε αυτά τώρα, δεν κάνει κανείς τίποτα… Πολλή σπορά, δουλειά τότε… ενώ τώρα πάνε στο έτοιμο. Πάνε μηχανές τα θερίζουνε, μηχανές τ’ αλωνίζουνε, ησυχία, φαγητό και ξάπλα… Δε θα ‘ναι καμιά δεκαπενταριά χρόνια τώρα (1960) που κάθεται ο κόσμος;».

Κεραμίστας

«Τώρα έχουν μείνει δυο κεραμίστες, παλιά όμως ήταν τέσσερις. Τα παράτησαν όταν βγήκαν τα πλαστικά!».

Ιωάννης Παπαστάθης, 1982

Κεντήστρα

«Εκείνο που φημίζεται η Σκύρος είναι για τα κεντίδια της… Έχουμε βελονιές παλιές, που δεν κεντιούνται σ’ άλλα μέρη, εδώ όμως όλες οι γυναίκες, μικρές και μεγάλες, καταπιάνονται με το κέντημα…».

Υποδηματοποιός-Καπτσαλού

«Παλιά ήμασταν οχτώ τσαγκαράδες και η καπτσαλού (κεντήστρα που κεντάει με χρυσό) η Παναγιώτου που κεντάει τα νυφικά παπούτσια και η Ερασμία το ίδιο. Αυτή είχε ένα τζεντλέ (τσελντέ, τριγωνικό τελάρο) και κεντούσε βελούδινα με χρυσή κλωστή και πούλιες».

                                                 μαστρο-Γιάννης Καραμπίνης (1982)

 

Κτίστης

«Όταν έβγαινε ο ήλιος έπρεπε να είμαστε στη σκαλωσιά και όταν δε βλέπαμε να χτίσομε το βράδυ κατεβαίναμε κάτω και τώρα δουλεύουν για παιχνίδια… Τα σπίτια αυλές δεν είχανε, πολύ λίγα, γιατί επί Τουρκοκρατίας θέλαν να είχαν σμίξη, συντροφιά και κολλούσαν ο ένας στον άλλο…».

Ξυλογλύπτης-μαραγκός

«Τα έπιπλα μες στο σπίτι τα φτιάχνανε μόνοι τους πρώτα. Φτιάχνανε ένα σκαμνάκι μικρό για να κάθονται, τα μπαούλα τους και όλα όσα χρειαζόντουσαν μέσα στο σπίτι. Πρώτα στα παλιά τα χρόνια δεν τα σκαλίζανε καθόλου, ύστερα όμως μ’ ένα σουγιαδάκι αρχίσανε να τα σκαλίζουνε και να κάνουνε έναν ήλιο, κύκλους ή γραμμές. Μετά όμως, σιγά-σιγά φτιάχνανε κι άλλα, ένα λιονταράκι, ένα πουλάκι, φυλλαράκια, το δικέφαλο αετό και άλλα. Τα ξύλα, που χρησιμοποιούμε γι’ αυτά, είναι σφεντάμι, άλλα ξύλα, η μουριά, ο πλάτανος, η καρυδιά και το παραδείσι (αγριοτζιτζιφιά) ».                     

Γιαννούλης Μπαμπούσης, 72 ετών το 1974

πηγή:  "Άνθρωποι και Παραδοσιακά                            Επαγγέλματα στο Αιγαίο"

bottom of page